Παρασκευή 27 Αυγούστου 2021
Πέμπτη 29 Ιουλίου 2021
Η απώλεια της ντροπής
"Η ντροπή δεν υπάρχει πλέον". Πολλοί θα το θεωρήσουν υπερβολικό. Εγώ όχι, γι' αυτό και συνέχισα την ανάγνωση αυτού του κειμένου. Το σκίτσο το συνοδευτικό το είχα κάνει πριν καιρό, χωρίς κάτι συγκεκριμένο κατά νου, ντρεπόμουν να το βάλω εδώ -με την έννοια της ντροπής=συστολής- αλλά η συστολή ξεπερνιέται και με την ηλικία...
Το κείμενο το βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρον. Κάτι που του λείπει πιστεύω είναι η συσχέτιση του φαινομένου και με τα κοινωνικά δίκτυα. Αναφέρεται μόνο η τηλεόραση. Βέβαια ίσως η απαρχή να ήταν εκεί. Θα γίνει κατανοητό το πώς, όταν διαβαστεί...
![]() |
Κ. Τζ. |
Η ντροπή δεν υπάρχει πλέον. Αυτό το συναίσθημα που μας υπαγορεύει να νιώθουμε μια ταραχή ή ένα αίσθημα αναξιοπρέπειας μπροστά στις συνέπειες μιας φράσης μας ή μιας ενέργειάς μας, που μας οδηγεί να σκύβουμε το κεφάλι, να χαμηλώνουμε τα μάτια, να αποφεύγουμε το βλέμμα του άλλου, να είμαστε ταπεινωμένοι και φοβισμένοι, φαίνεται ότι έχει χαθεί. Σήμερα η ντροπή, αλλά και η δίδυμη αδελφή της η σεμνότητα, δεν αποτελεί πλέον ένα φρένο στο θρίαμβο της επιδειξιομανίας, στην ηδονοβλεψία, τόσο μεταξύ των απλών ανθρώπων όσο και μεταξύ των ηγετικών τάξεων.
Η απώλεια αξίας της ντροπής σχετίζεται και με ένα άλλο μοναδικό φαινόμενο: την εξιδανίκευση του κοινότοπου και του ασήμαντου. Το εντυπωσιασμένο βλέμμα των πολλών δεν στρέφεται πλέον προς πρόσωπα ηθικά ή διανοητικά σπουδαία αλλά σε ανθρώπους μέτριους, ανώνυμους, απολύτως όμοιους με τον άνθρωπο του δρόμου ή με τη γυναίκα της διπλανής πόρτας. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που παράγεται από την τηλεόραση, από ορισμένα προγράμματα με μεγάλη ακροαματικότητα, όπως ο «Μεγάλος Αδελφός».
Ο Γκίντερ Άντερς, ο γερμανός φιλόσοφος που μετανάστευσε στην Αμερική κατά τη διάρκεια του ναζισμού, έγραψε ότι θα μας υποκλαπεί δόλια «η εμπειρία και η ικανότητα να παίρνουμε θέση». Πώς θα μπορούσε να συμβεί αυτό; Εξαιτίας της τηλεοπτικής εικόνας έχουμε μπροστά μας έναν πολύ ευρύ ορίζοντα «σε άμεση αισθητή θέα, αλλά μόνον μέσα από τις εικόνες του». Συναντάμε την πραγματικότητα «υπό τη μορφή της φαινομενικότητας και της φαντασίωσης», όχι τον «κόσμο» αλλά «ένα καταναλωτικό αντικείμενο που μας το προμηθεύουν κατ’ οίκον».
Ο Άντερς εξηγεί: «Όποιος έχει καταναλώσει μέσα στο καλά θερμαινόμενο δωμάτιό του μιαν έκρηξη ατομικής βόμβας με τη μορφή μιας εικόνας που του την προσφέρουν κατ’ οίκον, αυτός ήδη θα συνδέσει όλα όσα θα τύχει να ακούσει για την ατομική βόμβα με αυτό το μικροσκοπικών διαστάσεων οικιακό γεγονός και έτσι θα χάσει την ικανότητα να κατανοήσει το ίδιο πράγμα και να πάρει σωστή θέση απέναντί του». Σε αυτό το χωρίο ο Αντερς εστιάζει σε ένα πρόβλημα που μας αγγίζει άμεσα και που επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται και εκδηλώνονται τα συναισθήματά μας, μεταξύ των οποίων και η ντροπή. Η εμπειρία που αποκτάμε είναι εκείνη της έγκρισης που υποκαθιστά τη συναίνεση, δηλαδή του ανεπιφύλακτου ναι, που αποσυνδέεται από κάθε περιεχόμενο. Βρίσκεται σε εξέλιξη μια ασυγκράτητη διαδικασία ομογενοποίησης που βασίζεται στη δημοκρατία της κατανάλωσης, της οποίας η ακροαματικότητα είναι το σύστημα αξιολόγησης αλλά και ο απώτερος σκοπός: θέαμα είναι όλα αυτά που χειροκροτούμε, όσο και αν είναι ακόμα αληθινό ότι δεν είναι όλα θέαμα στον σύγχρονο κόσμο. Σε αυτό το πλαίσιο η ντροπή τείνει να χαθεί, ως ένα συναίσθημα που χαρακτήριζε άλλες εποχές της ανθρωπότητας, στις οποίες η ανάγκη να μας βλέπουν και να βλέπουμε τα πάντα, παντού και πάντοτε, δεν ήταν τόσο σημαντική όσο είναι σήμερα.
Σήμερα η δυνατότητα να βλέπουμε και να μας βλέπουν αναγορεύεται σε απώτερο σκοπό της ύπαρξης των ατόμων. Η ντροπή έχει γίνει ταμπού. Ή καλύτερα έχει μετατραπεί σε ντροπή να μην είμαστε επιτυχημένοι, να μην μας παρατηρούν, να μην μας προσέχουν… η τρομερή ντροπή να είμαστε ο «κανένας», να μην είμαστε αξιοπρόσεκτοι. Ένας ψυχολόγος έγραψε ότι η σύγχρονη ντροπή μας έγκειται στο συναίσθημα της αποτυχίας της επίδειξής μας. Ντρεπόμαστε να ντραπούμε επειδή αυτό συγκεντρώνει την προσοχή όλων στο μοναδικό πράγμα που θέλουμε να κρύψουμε: στην αποτυχία μας.
Ο Ζαν Μποντριγιάρ μας είχε προειδοποιήσει μιλώντας για το «τέλειο έγκλημα», που διαιωνίζεται από το θρίαμβο της τηλεόρασης: αν όλα είναι εκτεθειμένα σε θέα, αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει τίποτα πλέον για να δούμε. Η ίδια η πραγματικότητα φαίνεται να χάνεται μέσα στην ολική διαφάνεια.
Σύμφωνα με την ψυχαναλύτρια Αννα Μαρία Παντόλφι, είναι πιθανό η επιδειξιομανία και η ηδονοβλεψία, που κυριαρχούν ακαταμάχητες, να είναι στην πραγματικότητα η ένδειξη μιας διαδεδομένης έλλειψης ταυτότητας, δηλαδή ενός εύθραυστου και φτωχικού ναρκισσισμού, «σύμφωνα με τον οποίο το να μας βλέπουν και να είμαστε γνωστοί, όποιο και αν είναι το τίμημα που πληρώνουμε γι’ αυτό, φαίνεται να είναι το μοναδικό φάρμακο απέναντι στον κίνδυνο να νιώθουμε ότι δεν έχουμε καμιάν αξία».
Σε ό,τι αφορά την ντροπή, δεν είναι πλέον αληθινό, όπως ήταν στο παρελθόν, ότι αυτό το συναίσθημα αποτελεί σε κάθε περίπτωση μιαν αξία. Η ντροπή ήταν αυτό που διέκρινε την ανθρώπινη ύπαρξη από τα ζώα. Η ντροπή της σύγχρονης κοινωνίας είναι, όπως έχει λεχθεί, μια «επιδερμική ντροπή» (Αγκνες Χέλερ) ή, όπως λένε οι ψυχολόγοι, μια «αμοραλιστική ντροπή». Δεν είναι μια αληθινή ντροπή αλλά μια επιφανειακή ντροπή, που συνδέεται ακριβώς με την ηθική της επιτυχίας, με τον πιο βαθύ κομφορμισμό ο οποίος, παρά τα τόσα λόγια που ξοδεύει για να εξυψώσει το άτομο, το τυποποιεί όλο και περισσότερο.
Οπως μας εξηγούν οι ψυχολόγοι, η «ηθική ντροπή» προϋποθέτει τη στενή σύνδεση αισθήματος ενοχής και ντροπής. Η αμοραλιστική ντροπή αντίθετα δεν συνδέεται πλέον με κάποιον κανόνα αλλά μόνο με μοντέλα κατανάλωσης, με κοινωνικές ετικέτες, με προσωπική εξουσία ή με την έκβαση του σεξουαλικού ανταγωνισμού για την κατάκτηση μιας γυναίκας ή ενός άνδρα.
Συναφές:
Αφουγκραζόμενοι τη ντροπή – Μπριν Μπράουν – (TED)
Κυριακή 21 Απριλίου 2019
Γεννιούνται νικημένοι τώρα οι ποιητές μας;
![]() |
Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2019
Αγρύπνια..
Από τη συλλογή "Πειραματάκια"
Που να πάρει
αν κι απόψε
ξενυχτήσω
κι
αλυχτήσω
σαν
αδέσποτο
ξανά
στης
αγρύπνιας
τα στενά
θα
πληρώσω
όσο
όσο
κάτι τι
να περισώσω
και να κοιμηθώ
ξανά.
Δείτε το στο κανάλι μου: https://www.youtube.com/watch?v=r0dPEkJKtho
Αναγκαστικά εκεί το έβαλα σαν ταινιάκι.
Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2017
ΟΣΕ, ΤΡΑΙΝΟΣΕ ΚΑΙ ΒΡΑΣΕ (ΟΡΥΖΑ)
Με αφορμή τον εγκλωβισμό 300 επιβατών της αμαξοστοιχίας 53, η οποία ακινητοποιήθηκε από χτες στις Θέρμες, κοντά στο Δομοκό, όταν η μηχανή υπέστη βραχυκύκλωμα, θυμήθηκα μια προσωπική εμπειρία μούρλια.
Την είχα γράψει για να... μου μείνει αξέχαστη. Την αντιγράψω εδώ:
Το Σάββατο 6/9/08, ξεκίνησα αιφνίδια για κηδεία, που θα γινόταν την Κυριακή σ’ ένα χωριό έξω απ’ το Βόλο.
Πήρα το τρένο των 4μ.μ. για Βόλο. Στη διαδρομή έπιασα κουβέντα στο μπαρ του τρένου με δύο μηχανοδηγούς με τους οποίους ανταλλάσσαμε παράπονα για το κάπνισμα, τις απαγορεύσεις, τις καπνοβιομηχανίες, πληροφορίες για τα αιτήματα των σιδηροδρομικών και των καθηγητών, για την κατάσταση στον ΟΣΕ και στην εκπαίδευση, για την ευθύνη και τις εξοντωτικές βάρδιες των οδηγών των τρένων, τη μέγιστη επιτρεπόμενη ταχύτητα, και άλλα τέτοια. Οι συνομιλητές μου θα έπιαναν βάρδια σε καμιά ώρα. Προσφέρθηκαν να με βοηθήσουν για ένα λαθραίο τσιγαράκι και με πήγαν στην πίσω θέση των οδηγών.
Για να πας εκεί περνάς από τη σκευοφόρο και μετά από το μηχανοστάσιο, στο οποίο δεν μπορείς να σταθείς λεπτό από τη θερμότητα.
Στο θάλαμο των μηχανοδηγών λοιπόν, κάναμε δυο τρία τσιγαράκια επειδή με την κουβέντα μας άνοιξε η όρεξη, είδα κουμπιά, πίνακες, μοχλούς, είδα το τοπίο πανοραμικά, τις δύο μεγάλες γέφυρες που δεν είχα ξαναδεί γιατί συνήθως έπαιρνα νυχτερινά τρένα, και επίσης ανακάλυψα συμπτώσεις με τον ένα οδηγό, ο οποίος αποδείχτηκε ότι έμενε στην περιοχή μου και μάλιστα πολύ κοντά και σύχναζε σε παρόμοια μέρη και κάτι μου θύμιζε-κάτι του θύμιζα, δεν το εξακριβώσαμε, συμπεράναμε πως απλώς κάπου θα είχαμε συμπέσει στα πέριξ.
Η κουβέντα κύλησε ευχάριστα, μέχρι που ήρθε η ώρα να πιάσουν δουλειά κι εγώ να γυρίσω στο κάθισμά μου να συνεχίσω το βιβλίο μου. Το κάθισμά μου ήταν στο μπροστινό μέρος του τρένου, ακριβώς μετά την σκευοφόρο, πρώτη σειρά.
Είχαν περάσει κάπου 20 λεπτά, ήμουν μισοβυθισμένη στην ανάγνωση, κάποια στιγμή κοίταξα από το παράθυρο, είχε ήδη σκοτεινιάσει, και κάπου μακριά είδα μια κοκκινωπή λωρίδα που θα μπορούσε να ήταν και πυρκαγιά, δε μπορούσα να διακρίνω. Ένοιωσα λίγο περίεργα.
Δεν πέρασαν 5 λεπτά και ξαφνικά ένοιωσα κάτι άλλο, κάτι δεν πήγαινε καλά, σκέφτηκα σεισμούς εκτός από φλόγες, και τότε διαπίστωσα ότι πράγματι κουνιόμουν, πιάστηκα από το κάθισμα, το βιβλίο έπεσε, άρχισαν να πέφτουν κι άλλα πράγματα, μέχρι που έπεσα κι εγώ μπροστά και λίγο πλάγια, στο κεφάλι μου προσγειώθηκε κάτι αρκετά βαρύ, το βαγόνι πήγαινε κι ερχόταν, τα φώτα έσβησαν, κάποιες φωνές τρομαγμένης έκπληξης ήρθαν να ενωθούν με το επιφώνημα που μου βγήκε «Δεν είναι δυνατόν!…», κάποιες άλλες φώναζαν αν ήμαστε καλά, κάποια πράγματα συνέχισαν να κυλούν προς το τέρμα των καθισμάτων όπου βρισκόμουν, τζάμια ακούστηκαν να σπάνε, μέχρι που επικράτησε ησυχία κι αρχίσαμε μες το σκοτάδι να ψαχνόμαστε, αν είχαμε όλα τα μέλη του σώματός μας απείραχτα, και τα πράγματα μας επίσης.
Μερικοί άρχισαν να κινούνται δειλά προς τα άλλα βαγόνια για να δουν τι κατάσταση επικρατούσε, άλλοι προς την κοντινή πόρτα, με το φως από τα κινητά προσπαθούσαμε να διακρίνουμε τα γύρω, εγώ ψαχούλεψα πρώτα κάτω από το κάθισμα να βρω κάποια σκορπισμένα υπάρχοντα μου, είδα στο διάδρομο κάτι άγνωστα –πρώην ιπτάμενα- αντικείμενα που με το φρενάρισμα είχαν φύγει από τους κατόχους τους και είχαν έρθει να προσκρουστούν στην πόρτα της σκευοφόρου δίπλα μου, νεσεσέρ ροζ, τσαντάκια, βαλιτσάκια και άλλα μικροπράγματα που είχαν κυλήσει ποιος ξέρει από πόσο πιο πίσω, μετά σηκώθηκα με κάποια ανησυχία για την κατάσταση του κεφαλιού μου που είχε δεχτεί χτύπημα αρκετά βαρβάτο, έτριψα λίγο τον αυχένα μου και κατευθύνθηκα προς την πόρτα για να κατέβω. Ήδη είχαν κατέβει κάποιοι άλλοι και άκουγα κουβέντες, μια αντρική φωνή να ζητάει έναν Μήτσο και ένα μπουφάν, δεν ήξερα τι γινόταν, σκέφτηκα τα χειρότερα σε κλάσματα δευτερολέπτου, σκέφτηκα πρώτα τους οδηγούς που γνώρισα και μήπως ήταν ένας απ’ αυτούς στο τιμόνι. Αυτή εξάλλου ήταν και η πρώτη σκέψη, αμέσως μόλις ήρθε το πρώτο τράνταγμα και βρισκόμουν ακόμα στο κάθισμα. Δεν ξέρω πόση ώρα είχαν κρατήσει όλα αυτά, μπορεί να ήταν και τρία λεπτά, μπορεί δέκα λεπτά, μπορεί δευτερόλεπτα…
Περνώντας από το σημείο που χωρίζονται τα βαγόνια, είδα κάτω στο δάπεδο κάτι κόκκινο, σα σάλτσα, απλωμένο σε μεγάλη επιφάνεια, άναψα πάλι το κινητό, έσκυψα και είδα ντομάτες λειωμένες, πολλές ντομάτες. Ποιος επιβάτης μετέφερε τόσες ντομάτες; Κατέβηκα προσεκτικά τα σκαλιά, φορούσα και φουστάνι αρκετά στενό, πέδιλα, δε μ’ έπαιρνε να βιάζομαι. Έξω δε διακρίνονταν πολλά πράγματα, κάτι χωράφια, μπροστά στις ράγες ένα ανάχωμα που δυσκόλευε την κίνηση, δυό τρεις άνθρωποι βρίσκονταν εκεί κοντά, κοιτούσαν προς το μπροστινό μέρος απ’ όπου ερχόταν η αντρική φωνή, εμφανίστηκε κάποιος να έρχεται από κει και να λέει μην πηγαίνετε μπροστά, καλύτερα να μην το δείτε, ήρθαν κι άλλοι, μάθαμε ότι το μπροστινό μέρος είχε γίνει λιώμα, κι ότι είχαμε συγκρουστεί με φορτηγό.
Μια γυναίκα είπε ότι δεν έβρισκε τα πράγματα της, τη ρώτησα αν ήταν δικό της ένα ροζ νεσεσέρ, είπε ναι, της είπα ότι ήταν πίσω-πίσω, ένας σιδηροδρομικός άρχισε να φωνάζει μαζέψτε τα πράγματα σας και κατεβείτε όλοι, ξανακούστηκε η αντρική φωνή από μπροστά να ζητάει ένα μπουφάν για να σπάσει το παράθυρο, είχε εγκλωβιστεί. Κάποιοι πήγαν προς τα κει, στα σκαλάκια του βαγονιού είχε σχηματιστεί πηγαδάκι, πανικός δεν μπορώ να πω ότι υπήρχε, απορία περισσότερο, τι να γίνεται μπροστά, οι περισσότεροι προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν τηλεφωνικά με τους δικούς τους, ακούστηκαν φωνές να λένε στο κινητό -άλλες μουδιασμένες, άλλες λίγο τρεμάμενες,
«Γιάννη, συγκρουστήκαμε, δεν ξέρω τι έγινε, τρέμω..»,
«Μαμά, άκου, έχουμε σταματήσει μετά τη Λάρισα, συγκρούστηκε το τρένο, όχι, καλά είμαι, μην ανησυχείς»,
«Ελένη, μ’ ακούς; Έγινε σύγκρουση… Ναι, έξω απ’ τη Λάρισα, όλοι καλά είμαστε μάλλον, δεν ξέρουμε τι γίνεται με τους οδηγούς, ναι, ένα φορτηγό, πρέπει να πέρασε τη διάβαση, κλείνω, κάτι λένε εδώ, θα σε πάρω σε λίγο…»
Εγώ δεν ήξερα τι να κάνω, να πάρω τον καλό μου που είχε σπίτι το φέρετρο με τη μάνα του και να του πω, ξέρεις θ’ αργήσω λίγο γιατί πέσαμε πάνω σ ένα φορτηγό και καλά που δεν εκτροχιαστήκαμε και τώρα περιμένουμε στην ερημιά και δεν έχουμε ιδέα τι μέλλει γενέσθαι;
Αφού πέρασαν λίγα λεπτά ακούσαμε κάποιο σούσουρο, ήρθαν προς το μέρος μας πέντε έξι άντρες, ανάμεσα τους ένας χοντρός κύριος, φανερά αναστατωμένος, που άρχισε να ρωτάει αν είμαστε όλοι καλά, να παίρνει τηλέφωνα σε πυροσβεστικές και ΕΚΑΒ, ήταν ο προϊστάμενος της αμαξοστοιχίας, αυτός που είχε εγκλωβιστεί μπροστά και τελικά κατάφερε με τη βοήθεια των άλλων να βγει απ’ το παράθυρο του μηχανοστάσιου, ο άνθρωπος ανέφερε κάθε τόσο τον οδηγό, που είχε μείνει μέσα, που δε θα μπορούσε να ζει, έφυγε προς το πίσω μέρος, η πλάτη του ήταν μούλια στον ιδρώτα, ήταν σοκαρισμένος και ταυτόχρονα προσπαθούσε να οργανώσει κάπως την κατάσταση.
Η ώρα περνούσε, αλλά ΕΚΑΒ δεν βλέπαμε, όλο και περισσότεροι μιλούσαν για τον οδηγό του τρένου, κάποιος ήρθε από το πίσω μέρος και είπε ότι ο οδηγός του φορτηγού είχε βρεθεί, κάπου ένα χιλιόμετρο πίσω, βαριά τραυματισμένος. Ένας νεαρός από το πηγαδάκι το κοντινό κάλεσε το 166, του είπαν ότι δεν είχαν ειδοποιηθεί για καμία σύγκρουση, απορούσαμε, πώς γίνεται, τι θα γινόταν τώρα, πως θα φεύγαμε από κει, άλλοι έλεγαν θα έρθει άλλο τρένο να μας πάρει ή λεωφορείο, κάποιος έδωσε την πληροφορία ότι το φορτηγό κουβαλούσε ντομάτες, όλοι σχολίαζαν τη μάστιγα των φορτηγών, την αδικία, αν επιζήσει ο φορτηγατζής και πεθάνει ο μηχανοδηγός…
Τελικά αποφάσισα να πάρω τον καλό μου, είπε «Πού βρίσκεσαι; Έφτασες Βόλο;» Τι να πω… Λέω «Εεε, βασικά… ακόμα είμαστε έξω απ’ τη Λάρισα, αλλά .. έ… ξέρεις, έγινε κάτι περίεργο, δηλαδή εγώ καλά είμαι, αλλά να… το τρένο συγκρούστηκε».
Ανέβηκα ξανά στο βαγόνι, μάζεψα τα πράγματα, πήρα και το ροζ νεσεσέρ μαζί με κάτι άλλα, μας οδήγησαν μέσα από κάτι βάτα στο χωματόδρομο, ήρθαν αργότερα πυροσβεστικές και ΕΚΑΒ, και τελοσπάντων, να μην πολυλογώ άλλο, έφτασα στο χωριό μεσάνυχτα, αφού έκανα και μια επίσκεψη στο νοσοκομείο βόλου, όπου μου ακτινογράφησαν το κρανίο, (ήθελαν να με κρατήσουν και για βραχεία νοσηλεία για να ναι καλυμμένοι, τους ξέφυγα) και έφυγα.
Τι έφταιξε τελικά; Νομίζω το φαντάζεστε. Ο φορτηγατζής πέρασε την αφύλαχτη διάβαση, χωρίς να το πολυσκεφτεί. Η σκέψη είναι για τους φλώρους.
Επίσης: Έχουν ξαναγίνει παρόμοια με τρένα. Ο ΟΣΕ δε λέει να κλείσει τελείως τις διαβάσεις αυτές. (Αυτά δεν τα λέω αυθαίρετα, έπιασα κουβέντα ξανά με μηχανοδηγούς, στην επιστροφή, την Τρίτη). Σημειωτέον, δουλειά δεν πήγα Δευτέρα- Τρίτη, τη Δευτέρα έγινε η κηδεία του μηχανοδηγού στο Βόλο και στάση εργασίας, τα δρομολόγια άλλαξαν και τελικά βρήκα την τελευταία θέση για το απόγευμα της Τρίτης. Στην επιστροφή λοιπόν, ζήτησα και μου έδειξαν με το φως της μέρας πλέον τον τόπο του ατυχήματος, και ο φορτηγατζής όπως φάνηκε είχε άπλετη ορατότητα.
Τώρα, αφού πήρε στο λαιμό του τον 52χρονο μηχανοδηγό και παρά λίγο και κάποιους άλλους, έφυγε κι αυτός για τόπους χλοερούς να φυτεύει ντομάτες εις τον αιώνα των αιώνων.
Για του λόγου το αληθές, ορίστε και οι τίτλοι ειδήσεων
της επομένης:
7 Σεπ 2008
Αιματηρή σύγκρουση
τρένου-φορτηγού
Νεκρός
ανασύρθηκε ο οδηγός της αμαξοστοιχίας Intercity 40, που συγκρούσθηκε με φορτηγό
σε αφύλακτη διάβαση εκτελώντας το
δρομολόγιο Λάρισα-Βόλος, αργά
το απόγευμα του Σαββάτου
(6/9/2008
ώρα 8.30μ.μ.)
Ο άτυχος μηχανοδηγός και ο προϊστάμενος της
αμαξοστοιχίας είχαν εγκλωβιστεί στο ακινητοποιημένο Intercity και για τον
απεγκλωβισμό τους έσπευσαν στο σημείο δυνάμεις της Πυροσβεστικής.
Με ελαφρά τραύματα νοσηλεύεται και μια
γυναίκα, ενώ οι υπόλοιποι επιβάτες του τρένου είναι καλά στην υγεία τους.
Όλα τα τοπικά δρομολόγια μεταξύ Λάρισας -
Βόλου - Λάρισας και Θεσσαλονίκης - Βόλου - Θεσσαλονίκης ματαιώθηκαν για το
υπόλοιπο της ημέρας.
Newsroom
ΔΟΛ, με
πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
Η αμαξοστοιχία στην οποία επέβαιναν 45 επιβάτες, (εκ των οποίων και η υποφαινόμενη, η οποία επέβαινε στο πρώτο βαγόνι, στο πρώτο κάθισμα… ) συγκρούσθηκε με φορτηγό σε αφύλακτη διάβαση στο ύψος της Χάλκης. Οι επιβάτες μεταφέρθηκαν στον προορισμό τους με λεωφορείο του ΟΣΕ καθώς έχει διακοπεί η κίνηση των τραίνων. Το τραγικό ατύχημα έγινε, όταν το φορτηγό παραβίασε την προτεραιότητα στην αφύλακτη διάβαση.
Αναρτήθηκε
από TOP στις Κυριακή, Σεπτέμβριος 07, 2008
Για την αντιγραφή,
Κ. Τζ.
Ήταν να φύγω 11 το βράδυ. Με πάνε οδικώς τα ξαδέλφια μου στο σταθμό της Θεσσαλονίκης, και βλέπουμε στον πίνακα ανακοινώσεων, ώρα αναχώρησης, 11.59 (!)
Αμάν, λέμε, έχει καθυστέρηση. Στα γκισέ εννοείται δεν υπήρχε ψυχή. Ρωτάμε έναν σεκιουριτά, λέει, ναι έχει καθυστέρηση. (ούτε θηλυκό νάταν).
Καθόμαστε σε καφετέρια μεσ' το σταθμό. Σηκωθήκαμε 2-3 φορές μέχρι τις 11.30 να βεβαιωθούμε ότι δεν άλλαξε κάτι στον πίνακα. Στις 11.40 ξανασηκώνομαι εγώ και πάω να ρίξω πάλι ένα βλέφαρο. Και δε βλέπω πουθενά αναφορά στην αναχώρηση 11.59. Υπήρχε η επόμενη αναχώρηση, στις 5.15 π.μ. Αρχίζω να φρίττω. Ρωτάω πάλι τον σεκιουριτά (!!), έφυγε, λέει, στις 11.30.
Εκεί πλέον αρχίζει να μου τη δίνει.
Με τα πολλά πάω με την ξαδέλφη μου στον πάνω όροφο και εντοπίζω έναν υπεύθυνο. Με το που μπαίνω στο γραφείο του, δηλώνω κατευθείαν "Έχασα το τραίνο και θα ήθελα να μάθω πώς μπορώ να πάρω αποζημίωση". "Δεν γίνεται κάτι τέτοιο", αρχίζει, αλλά μαλακά. Του εξηγώ τι έγινε, με πάει στη σταθμάρχη, αυτή πάει ν' αρχίσει τα "έπρεπε ν' ακούσετε την ανακοίνωση", τη σταματάω λέγοντας "δεν το ξεκινάτε καλά, πρέπει πρώτα να μ' ακούσετε, να ακούσω και μια συγγνώμη από κάποιον, και να δούμε τι θα γίνει, όλες οι χώρες του κόσμου έχουν πίνακες ανακοινώσεων κι απ' αυτούς πληροφορούνται οι επιβάτες", κλπ κλπ.
Το αποτέλεσμα ήταν να μου προσφέρουν δωρεάν επιστροφή στις 5.15 στην Α' θέση (είχα ήδη κλεισμένη επιστροφή μέσω ίντερνετ) και να μου ζητήσουν και συγγνώμη. "Εντάξει", είπα, "ευχαριστώ, είναι το μόνο λογικό αυτό, λυπάμαι μόνο την ξαδέλφη μου που θα με ξαναφέρει πρωινιάτικα" (δε δεχόταν με τίποτα η ξαδέλφη, να πάρω ταξί)
Αυτά. Να σημειώσω άλλη μια νίκη λοιπόν, ΟΣΕ-εγώ: 0-1.
(Υπάρχουν κάποια σχετικά σκορ σ' ένα παλιότερο κείμενο:
https://kafrin-lib.blogspot.gr/2013/01/2012.html
Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017
'΄Πραγματεία για Βίδες, γρανάζια, κ.ά
Τώρα το πρόβλημα έχει και διεθνείς διαστάσεις. Πληθαίνουν οι υποστηρικτές των αυταρχισμών, των αλαμπουρνέζικων μυστικισμών, των επιστροφών σε αρχαία μεγαλεία ή των εκτοξεύσεων σε εξωγήινα μέλλοντα και ούτω καθ' εξής. Πιάσ' το αυγό και ..κούρεφτο.
Σωρρρρεύονται πληροφορίες -πολύ καθυστερημένα- για τον Αρτέμη Σώρρα. Έπρεπε να γίνει ο φόνος της παιδοψυχολόγου για να κουνηθούν τα ενημερωτικά μέσα και η πολιτεία;;;; Αναρωτιέμαι.
Είναι κάτι σελίδες όπου τα σχόλια τα σχετικά με το θέμα έχουν γέλιο. αλλά προς το παρόν εμένα με θλίβει, έτσι που δεν μπορώ να το χαρώ.
Που ανάμεσα σε άλλα φαιδρά, καταλήγει έτσι: «…ορκίζομαι… αν παραβώ τον όρκο μου όλος ο κυτταρικός ιστός του σώματός μου να διαλυθεί στα εξ’ ων συνετέθη. Αεί. Αεί. Αεί. Άξιοι.» !!!!!!!!!!!!!!!!
![]() |
"Δε θέλω να ξέρω" |
Πάλι καλά. Π.χ. κάποιοι "τοίχοι" στο facebook που παρακολουθώ συχνά και όχι μόνο.
Πόσοι ναναι άραγε; ας μην αρχίσουμε να μετράμε, σκιάζομαι....
Ο Κάβουρας μάς λείπει.
Αυτό το ιστολόγιο του χρωστάει πολλά. Έπαιρνε συχνά σκίτσα του για να διανθίζει τις αναρτήσεις...
Δεν είχαμε ποτέ συναντηθεί, όμως συχνά καταλαβαίνεις πολλά για έναν άνθρωπο από τη γραπτή επαφή μαζί του. Ήταν κι αυτός καθηγητής, υπεύθυνος Σχολικής βιβλιοθήκης, στην Ημαθία.
Ακόμα και τις τελευταίες μέρες του σκιτσάριζε σαρκάζοντας τον ίδιο το θάνατο που τον πλησίαζε.
Υπάρχουν πολλά δικά του εδώ, αλλά υπάρχει και το μπλογκ όπου τα δημοσίευε:
Κυριακή 12 Ιουλίου 2015
Σάββατο 16 Μαΐου 2015
Ψήφισμα για τις Σχολικές Βιβλιοθήκες
με τίτλο «Η αλήθεια για τις Σχολικές Βιβλιοθήκες». (Μαζί με την ηλεκτρονική διεύθυνση του ιστολογίου Σχολικών Βιβλιοθηκών)
Δευτέρα 6 Απριλίου 2015
Βιβλία Αγγλικών Γυμνασίου. Fexe mou kai glystrisa.
Και μάλιστα για μια γλώσσα όπως η αγγλική, που οι φορείς της -οι ομιλητές και οι θεωρητικοί- συνήθως έχουν την αντίθετη τάση από αυτή των συμπατριωτών μας, δηλαδή δεν έχουν τάση για πολυλογίες, ή απεραντολογίες.
(Φαίνεται πως ξέρουν αυτοί κάποιο μυστικό άγνωστο σε μας τους υπόλοιπους, που λέει ότι οι μικροί αρχάριοι έφηβοι, στη διάρκεια του καλοκαιριού ανάμεσα στην Α και στη Β τάξη, μέσω επέμβασης εξωγήινων δυνάμεων, αποκτούν ξαφνικά έναν πλούτο αγγλικού λεξιλογίου που θα τους βοηθήσει να ανταπεξέλθουν στα στρυφνά κείμενα της Β' και να πηδήξουν επίπεδο με την ευκολία που δείχνουν όταν πηδάνε μάντρες για να πιάσουν τη μπάλα που τους ξέφυγε στο παιχνίδι).